ομοιοστασία

ομοιοστασία
Ονομασία που έδωσε ο Κάνον στους μηχανισμούς εκείνους οι οποίοι ελέγχουν, συγκρατώντας τις μέσα στα φυσιολογικά όρια, τις διάφορες φυσιολογικές σταθερές του ανθρώπινου οργανισμού (θερμοκρασία, σύσταση του αίματος, νευροφυτικός τόνος, αρτηριακή πίεση κ.ά.). Οι ρυθμιστικοί αυτοί μηχανισμοί εξασφαλίζουν από φυσικοχημική άποψη τη σταθερότητα του περιβάλλοντος των κυττάρων, η οποία είναι απαραίτητη για τη φυσιολογική εκτέλεση των διάφορων λειτουργιών του οργανισμού.
* * *
και ομοιόσταση, η
1. βιολ. διαδικασία αυτορρύθμισης με την οποία ένας οργανισμός τείνει να διατηρήσει σταθερές ορισμένες βιολογικές παραμέτρους του σε αντιστάθμιση τών μεταβολών τού εξωτερικού περιβάλλοντος
2. (κοινων.) ισοσταθμιση μεταξύ πολλών κοινωνικών φαινομένων που σχετίζονται μεταξύ τους
3. (ψυχολ.) έμφυτη τάση που έχει ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση μιας συμπεριφοράς η οποία κατατείνει στη διατήρηση τής σταθερότητας στο ψυχολογικό πεδίο
4. τεχνολ. τύπος δυναμικής ισορροπίας ο οποίος χαρακτηρίζει σύνθετα αυτορρυθμιζόμενα συστήματα και συνίσταται στη διατήρηση τών πολύ βασικών για τη λειτουργία τού συστήματος χαρακτηριστικών μέσα στα επιτρεπτά όρια.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. homeostasis (< ομοι[ο]-* + στάση)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ομοιόσταση — η βλ. ομοιοστασία …   Dictionary of Greek

  • ορμόνη — η φυσιολ. οργανική ουσία που παράγεται από τα ζώα και τα φυτά σε ένα τμήμα τού οργανισμού, αλλά επενεργεί σε ένα άλλο, που μπορεί να βρίσκεται μακριά από τον τόπο παραγωγής της, και λειτουργεί ως ρυθμιστής σε μια ποικιλία φυσιολογικών… …   Dictionary of Greek

  • παΐδι — Από βιολογική άποψη θεωρείται π. ο άνθρωπος από τη γέννησή του μέχρι τα 9 του χρόνια ή και μέχρι τα 11 14, ανάλογα με τους επιστήμονες οι οποίοι έχουν ασχοληθεί με το θέμα. Η επιστήμη που ασχολείται με το π. είναι σχετικά νέα. Οι αρχαίοι… …   Dictionary of Greek

  • παιδί — Από βιολογική άποψη θεωρείται π. ο άνθρωπος από τη γέννησή του μέχρι τα 9 του χρόνια ή και μέχρι τα 11 14, ανάλογα με τους επιστήμονες οι οποίοι έχουν ασχοληθεί με το θέμα. Η επιστήμη που ασχολείται με το π. είναι σχετικά νέα. Οι αρχαίοι… …   Dictionary of Greek

  • φυτικός — ή, ό / φυτικός, ή, όν, ΝΜΑ [φυτόν] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στα φυτά (α. «φυτικό βασίλειο» το σύνολο τών φυτών β. «φυτικό κύτταρο» γ. «τοῦ ἀλόγου δὲ τὸ μὲν ἔοικε κοινῷ καὶ φυτικῷ», Αριστοτ.) νεοελλ. 1. φυσιολ. (για ανατ. σχηματισμό,… …   Dictionary of Greek

  • αμυντικοί μηχανισμοί — Όπως ο οργανισμός διατηρεί τη φυσικοχημική του ισορροπία με την ομοιοστασία, έτσι και ο διανοητικός μηχανισμός ακολουθεί την αρχή της σταθερότητας (Φέχνερ και Φρόιντ) για να ρυθμίζει την εισροή και την εκροή των ερεθισμών, κατά τέτοιο τρόπο ώστε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”